Αντιθετικές έννοιες
Δύο πανομοιότυπες ιδιοκτησίες ενώθηκαν για να δημιουργήσουν ένα κατάστημα οπτικών στα προάστια της Θεσσαλονίκης. Το χαρακτηριστικό πράσινο χρώμα που κυριαρχεί στο έργο είναι αναφορά στην ανοιχτή πράσινη απόχρωση του γυαλιού, η οποία προκαλείται από την οξείδωση του σιδήρου που περιέχεται πάντοτε στο υλικό.
Χωρική οργάνωση
Η συμμετρία του κτίσματος διατηρήθηκε και αναδείχθηκε, μέσω της έμφασης σε δομικά στοιχεία όπως οι δύο βιτρίνες- “μάτια“ της όψης, τα κεντρικά δοκάρια σε σχήμα σταυρού και το κυρίαρχο υποστύλωμα στο κέντρο. Η κάτοψη οργανώθηκε γύρω από ένα κεντρικό στοιχείο που αποτελεί τον βασικό πόλο όλου του καταστήματος, σαν ένα τεράστιο μπλοκ στοιβαγμένων επιφανειών γυαλιού που προσγειώθηκαν στη μέση του χώρου, όπου εκεί αποθηκεύονται και παρουσιάζονται τα προϊόντα. Αυτό το στοιχείο αποτελεί το “κέντρο ελέγχου“ από το οποίο εκτυλίσσονται οι βασικές δραστηριότητες του καταστήματος -αποθήκευση, δοκιμή οπτικών, ταμείο- ορίζοντας την κυκλική τροχιά κίνησης γύρω από αυτό.

Custom κατασκευές
Τα καθιστικά-ιδιοκατασκευές, αποτελούν μέρος του κεντρικού στοιχείου και σχεδιάστηκαν ώστε να ενσωματώνονται σε αυτό και να “εξαφανίζονται“ οπτικά όταν δεν χρησιμοποιούνται. Οι καθρέπτες, βασικό επίσης σημείο της λειτουργίας του χώρου, αποτέλεσαν σημαντικό μορφολογικό στοιχείο και τοποθετήθηκαν κεντρικά, διακόπτοντας τη συνέχεια και το γεωμετρικό “βάρος“ του πυρήνα. Η έκθεση των προϊόντων οργανώνεται σε δύο κύριες εσωτερικές προθήκες οι οποίες αναπτύσσονται εκατέρωθεν, στις δύο επιφάνειες των τοίχων.

Φιλοσοφία σχεδιασμού
Η εξωτερική όψη αποτελείται από έναν χαμηλό όγκο-βιτρίνα που επιτρέπει την απρόσκοπτη οπτική επαφή με το εσωτερικό του καταστήματος ενώ από εκεί μια χειροποίητη επιφάνεια-κουρτίνα πλαισιώνει τα ανοίγματα επιδιώκοντας τη στροφή του βλέμματος προς τα έξω. Στο βάθος οργανώνονται με έναν τρόπο ημι-ιδιωτικό το αρχείο, το εργαστήριο οπτομετρίας και οι βοηθητικοί χώροι, συμμετρικοί και προστατευμένοι σαν δύο ξεχωριστά κουτιά που εμπεριέχονται στο υπάρχον κέλυφος.
Οι σχέσεις των πραγμάτων, η γεωμετρία των όγκων, η κίνηση γύρω από αυτούς στοχεύουν σε μια χωρική απλότητα και μια ανάγνωση που στρέφει τη ματιά στην υλικότητα και στο βίωμα της περιήγησης. Γυαλιστερές επιφάνειες έρχονται σε αντίθεση με το ημιτελές κέλυφος, υπογραμμίζοντας τον χώρο και την εξέλιξή του μέσα στον χρόνο. Η υβριδική ποιότητα του χώρου αντανακλάται σε σπασμένους καθρέφτες και γυαλιστερές πράσινες βαμμένες επιφάνειες, που δημιουργούν διαρκώς μεταβαλλόμενα ενδιάμεσα θεάματα κατά μήκος της κίνησης.
Η κύρια ιδέα ήταν ο “συσχετισμός της διπλής υπόστασης“, η σύνδεση αντιθετικών χωρικών εννοιών και ετερόκλητων στοιχείων και υλικοτήτων: το φυσικό και το τεχνητό, το επιστημονικά μεθοδολογικό και το ανθρώπινα απρόσεχτο, το εύθραυστο και το άκαμπτο, το συμπαγές και το κατακερματισμένο, το αποσπασματικό και το ολόκληρο, το ανολοκλήρωτο και το οριστικό, η επανάληψη και η μοναδικότητα.






