Με πορεία που απλώνεται σε σχεδόν επτά δεκαετίες, το γραφείο Θύμιος Παπαγιάννης και Συνεργάτες -TPA, που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1959, κατέχει ξεχωριστή θέση στον τομέα σχεδιασμού και διαχείρισης του χώρου στην Ελλάδα. Συνδυάζοντας αρχιτεκτονική και τοπίο, πολεοδομία, χωροταξία και περιβαλλοντική διαχείριση, όπως και επιστήμες των μηχανικών, το γραφείο λειτουργεί ως μια συλλογική, διεπιστημονική ομάδα που δρα με βαθιά αίσθηση της κοινωνικής ευθύνης του, με όραμα την ισορροπία ανθρώπου και φύσης σε διαχρονική προοπτική. Η σημερινή του ταυτότητα διαμορφώνεται τόσο από την παρακαταθήκη του πλούσιου παρελθόντος με το οποίο το προίκισαν διακεκριμένοι εταίροι του και ασφαλώς ο ιδρυτής και εμπνευστής του, ο Θύμιος Παπαγιάννης -αρχιτέκτων, πολεοδόμος, περιβαλλοντολόγος- όσο και από τον σταθερό του προσανατολισμό να αναστοχάζεται τον ρόλο του ως συμβούλου μελετητή σε έναν σύγχρονο κόσμο που αλλάζει. Η Ήβη Νανοπούλου, διευθύνουσα εταίρος του γραφείου, μιλά για την προσήλωσή της στη συνέχεια, στην ευθύνη του γραφείου να αποτελεί έναν ζωντανό πυρήνα μελετητών -ανοιχτό, σύγχρονο, δημοκρατικό, ανταποκρινόμενο στις προκλήσεις του καιρού μας- προάγοντας συνεργασίες, προωθώντας την αρχιτεκτονική και τον σχεδιασμό του χώρου με γνώμονα την αειφορία και την ανάδειξη της ταυτότητας κάθε τόπου.
Σ.Μ.: Το γραφείο διατηρεί μια διεπιστημονική προσέγγιση, που συνδυάζει τον σχεδιασμό με την τεχνολογία, την οικολογία και τον πολιτισμό. Ποιες ανάγκες προβλέπετε ότι θα προκύψουν -στην Ελλάδα και διεθνώς- σε επίπεδο αρχιτεκτονικού και πολεοδομικού σχεδιασμού μέσα στην επόμενη δεκαετία;
Ήβη Νανοπούλου: Οι σημερινές προκλήσεις είναι τεράστιες, όπως και οι ευθύνες μας να απαντήσουμε σε αυτές: Ενδεικτικά, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η ανάπτυξη της ανθεκτικότητάς μας σε ακραία φαινόμενα, η προστασία του μοναδικού μας τοπίου και της υπαίθρου που αποψιλώνεται ραγδαία, η ενδυνάμωση των τοπικών κοινωνιών και η διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής για ομαλή ενσωμάτωση των εκάστοτε πιέσεων, ο περιορισμός της σπατάλης πόρων -με κυριότερους εκείνους της γης, του νερού, της ενέργειας- και η διασφάλιση ευελιξίας στον σχεδιασμό, καθώς ζούμε εκ φύσεως σε ένα περιβάλλον μεταβαλλόμενων αναγκών…
Η αξιοποίηση της τεχνολογίας, με τρόπο συμβατό με πανανθρώπινες, διαχρονικές αξίες. Έχει γίνει κτήμα μας πλέον να δουλεύουμε με τρόπο ολοκληρωμένο, σε όλες τις κλίμακες και σε όλο και πιο διευρυμένα γνωστικά πεδία, με εργαλείο την τεχνολογία, ώστε να μπορούμε να απαντούμε σε νέες προκλήσεις, να ελέγχουμε το αποτύπωμά μας στον χώρο μέσω μιας διαδικασίας “zoom in” και “zoom out” με γνώμονα αφενός τον άνθρωπο ως κοινωνικό ον και αφετέρου τη φύση ως αειφόρο λειτουργία.
Το μεγάλο διακύβευμα σήμερα, στον τόπο μας και διεθνώς, είναι να αντλούμε γνώση από το παρελθόν, να ζούμε ως συνέχειά του και όχι σε ρήξη με αυτό, να αποκαταστήσουμε τη σχέση μας με την ύπαιθρο ως πλουτοπαραγωγικό και ζωντανό τόπο, να περιορίσουμε τις ανάγκες μας, να ξαναβρούμε η χαρά και την ισορροπία της ζωής, τη συνύπαρξη μέσα στο μέτρο, την ομορφιά, την περιβαλλοντική ενσυναίσθηση. Εργαζόμαστε για αυτό και ενθαρρύνουμε όπως μπορούμε το έργο του Μεσογειακού Ινστιτούτου για τη Φύση και τον Άνθρωπο (MedINA), ΜΚΟ που δημιούργησε ο Θύμιος Παπαγιάννης προ εικοσαετίας.

Σ.Μ.: Η άυλη πολιτιστική κληρονομιά δεν αποτελεί απλώς πεδίο καταγραφής, αλλά θεμέλιο της σχεδιαστικής φιλοσοφίας του γραφείου. Πώς μεταφράζεται αυτό το πολιτισμικό υπόβαθρο σε μια σύγχρονη, ενεργή διαδικασία παραγωγής χώρου; Με ποιους τρόπους η μνήμη γίνεται μοχλός εξέλιξης και καινοτομίας;
Η.Ν.: Ίσως αρκετός κόσμος είχε τη χαρά να δει μια μοναδική έκθεση στο Μουσείο Ακροπόλεως, “Allspice: Michael Rakowitz και Αρχαίοι Πολιτισμοί” που πραγματεύεται τη σημασία της ταυτότητας και της μνήμης, της ανθεκτικότητας… Προσωπικά με συγκλόνισε η ικανότητα του δημιουργού αλλά και των εμπνευστών – επιμελητών της έκθεσης να αναδείξουν αφενός την αξία του διαλόγου μεταξύ άυλης και υλικής κληρονομιάς, μεταξύ αρχαίων πολιτισμών και σύγχρονης τέχνης και αφετέρου τον πόνο του τραύματος, της απώλειας της συνοχής ενός μνημείου ή μιας συλλογής και την ανάγκη αποκατάστασης της ασυνέχειάς τους.
Πώς, όμως, μεταφράζουμε στη δουλειά μας, του αρχιτέκτονα-πολεοδόμου, αυτό το πολιτισμικό υπόβαθρο; Με ποιους τρόπους η μνήμη γίνεται, στα σύγχρονα έργα μας, μοχλός ανάπτυξης και καινοτομίας; Ενδεικτικά θα αναφερθώ σε μια πολύ πρόσφατη διεθνή διάκριση: Το γραφείο μας απέσπασε φέτος τον Ιούνιο το βραβείο “European Architectural Heritage Intervention (AHI)” στην κατηγορία Urban Planning, για τη μελέτη του masterplan του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Κορίνθου, με τίτλο “Bridging Time and Space: Master Plan for theRegeneration of Ancient Corinth”. Η μελέτη εκπονήθηκε σε συνεργασία με το ΥΠΠΟ, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορίνθου και την Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα και ξεχώρισε ανάμεσα σε πλήθος διεθνών συμμετοχών για την καινοτόμο και ολιστική του προσέγγιση στη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Όπως δημοσίευσε η ίδια η Σχολή, “στοχεύει να γεφυρώσει τα ιστορικά στρώματα του αρχαιολογικού χώρου με τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας και των επισκεπτών. Αποτελεί πρότυπο υπεύθυνου και εμπνευσμένου σχεδιασμού για τη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, συνδυάζοντας παραδοσιακά εργαλεία πολεοδομικής παρέμβασης, με τη βιώσιμη ανάπτυξη και την πρότυπη διαχείριση φυσικών και πολιτιστικών τοπίων. Το δε βραβείο αναγνωρίζει τη δύναμη ενός συλλογικού οράματος για την προστασία και τον επαναπροσδιορισμό των πολιτιστικών τοπίων”, όπως δήλωσε η διευθύντρια της Σχολής, Bonna D. Wescoat.

Σ.Μ.: Το γραφείο δραστηριοποιείται σε πολλαπλές κλίμακες: από την εθνική χωροταξική στρατηγική και τη διαχείριση του τοπίου, έως τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Ποιο είναι το κύριο διακύβευμα όταν καλείστε να ενοποιήσετε διαφορετικά επίπεδα επέμβασης μέσα σε ένα ενιαίο σύστημα σκέψης και πράξης;
Η.Ν.: Δεν είναι τόσο δύσκολο το διακύβευμα, αρκεί να αναζητά κανείς την αλήθεια σε αυτό που κάνει, για να είναι ουσιαστικός και πειστικός. Για να φτάσει κανείς να ενοποιήσει διαφορετικά επίπεδα παρέμβασης στο χώρο με τρόπο δημιουργικό και αναγεννητικό, απαιτούνται ασφαλώς συνεργασίες διεπιστημονικών ομάδων και διαδοχικές προσεγγίσεις.
Αφενός, λεπτομερής ανάλυση και κατανόηση του χώρου και των παραμέτρων που τον καθορίζουν, δίδοντας έμφαση στα χωρικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά όπως και στο τοπίο που αυτά συνθέτουν· αναζήτηση ενός ισχυρού οράματος και μιας προοπτικής που μπορεί να αφυπνίσει τοπικές δυνάμεις και να συνενώσει δράσεις πάνω στις οποίες θα υφάνει κανείς έναν ισχυρό ιστό παρεμβάσεων· προσδιορισμός μιας στρατηγικής για τη σταδιακή προσέγγιση του οράματος, και, εν τέλει, επεξεργασία ενός λεπτομερούς πλέγματος παρεμβάσεων. Στη στρατηγική αυτή σημαντικό ρόλο οφείλουν να παίξουν ο υγιής διάλογος, η διαβούλευση με τους εκάστοτε εμπλεκόμενους φορείς και οι συμμετοχικές διαδικασίες. Η παιδεία αυτή λείπει στον τόπο μας. Όταν όμως καταφέρνει να έχει αποτέλεσμα, τότε μπορεί να αποκτήσει δυναμική και ανθεκτικότητα στον χρόνο. Το έργο ανάπλασης του Φαληρικού Όρμου, το Πάρκο “Αέναον”, σήμερα υπό δημοπράτηση, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα προσήλωσης σε στόχους, συνεχούς διαλόγου και συνεκτικών επιλογών σχεδιασμού που άντεξαν και εξελίχτηκαν μέσα στο χρόνο.
Διαβάστε την πλήρη συνέντευξη στο τεύχος ek 301 | Οκτώβριος 2025.





