Ο ορθοκανονικός όγκος του κτιρίου ακολουθεί µε πειθαρχία το πολεοδοµικό όριο, καθώς στη γωνία του µειούται, διευκολύνοντας, από τον οδικό άξονα, την οπτική επαφή µε το φυσικό ανάγλυφο, που προβάλλει στο βάθος.
Ερµηνεύοντας και επισηµαίνοντας το στοιχείο της “προοπτικής”, η αρχιτεκτονική ιδέα αντιλαµβάνεται τα “κενά” του κελύφους ως “διακοπές – φυγές”, παραπέµποντας συµβολικά στους κάθετους προς τη λεωφόρο δρόµους και στο διάλογο που αναπτύσσουν µε τους παρακείµενους λόφους.
Έτσι, σαν να σηκώθηκε το αστικό µέτωπο κατακόρυφα, στο κέλυφος του κτιρίου οργανώνεται ένα σύστηµα “κενών – κάδρων” σε “κίνηση”, µε εσώγλυφα λαξεύµατα στα περιγράµµατά τους, που ενισχύουν την προοπτική αίσθηση. Η επιδερµίδα του επενδύεται µονολιθικά µε ξύλο – ένα φυσικό υλικό – σε “τυχαίο” κάναβο, έλκοντας τη “φύση” προ το πυκνοδοµηµένο πολεοδοµικό συγκρότηµα. Η όλη σύνθεση αντιπαρατίθεται φανερά στη λογική της στερεοτυπικής όψης, ανακόπτοντας τη µονοτονία των κτιριακών µετώπων.
Στο εσωτερικό του κτιρίου ενδεικτική είναι η διαµερισµατοποίηση των χώρων. Η συνεχής εναλλαγή συµπαγών και διάφανων πετασµάτων µοιάζει να “διαλύει” τα σχήµατα και τα όρια, προσδίδοντας µια ρευστή αίσθηση στο χώρο, ενόσω αφήνει το φυσικό φως να απλωθεί στην καρδιά του κτιρίου. Έτσι, η εσωτερική δοµή, σε συνδυασµό µε το ρυθµό των εξωτερικών ανοιγµάτων, φροντίζoυν, άλλοτε για τις απαραίτητες συνθήκες ιδιωτικότητας και άλλοτε για οπτικές συνδέσεις µε τη ζωή της πόλης.
Τα δυο υπόγεια επίπεδα του κτιρίου εξυπηρετούν το parking και τους αποθηκευτικούς και η/µ χώρους, ενόσω η ράµπα εισόδου – εξόδου έχει οργανωθεί στον κάθετο προς τη λεωφόρο δρόµο. Στον ισόγειο όροφο αναπτύσσονται τέσσερα καταστήµατα, διώροφου ύψους, προσπελάσιµα από τη Βεΐκου. Εναλλακτικά, στη συγκεκριµένη στάθµη µπορούν να λειτουργήσουν µέχρι και οκτώ καταστήµατα. Η πορεία εισόδου προς τα υπόλοιπα επίπεδα της ανοδοµής πραγµατοποιείται επίσης από την κάθετη οδό, επιτρέποντας, σε όλο το µέτωπο του ισογείου επί της λεωφόρου, να αναπτυχθούν οι βιτρίνες των εµπορικών χώρων. Οι τέσσερεις αυτοί υπέργειοι όροφοι είναι τυπικοί και µπορούν να εξυπηρετήσουν γραφεία, ιατρεία και αντίστοιχες ήπιες χρήσεις. Για τη διαµερισµατοποίησή τους έχει προβλεφθεί ευέλικτο σύστηµα ελαφρών πανέλων, αποτελούµενο από συµπαγή και διάφανα µέρη, καθώς στο κάθε τυπικό επίπεδο υπάρχει δυνατότητα να οργανωθούν µέχρι και τρεις, ανεξάρτητες µεταξύ τους, ενότητες λειτουργιών. Η υποχώρηση του κτιριακού όγκου, από τη στάθµη του πρώτου ορόφου και πάνω, επιτρέπει, στο σηµείο τοµής των δύο δρόµων, τη δηµιουργία µιας µεγάλης βεράντας, µε θέα, από τη µια µεριά προς τη λεωφόρο και ανατολικά, προς τους λόφους του Ψυχικού.





