Σαφήνεια της μορφής
Το έργο αποτελεί μια μελέτη ισορροπίας ανάμεσα στη σαφήνεια της μορφής και τη βιωματική ποιότητα του χώρου. Πρόκειται για μια μονοκατοικία σχεδιασμένη για τετραμελή οικογένεια, ενταγμένη σε ένα οικόπεδο με ασαφές περίγραμμα και ελάχιστες αστικές αναφορές. Στόχος αποτελεί η δημιουργία ενός καθαρού, λειτουργικού και διαμπερούς κελύφους, που αξιοποιεί το φως, τη σκιά και τη γεωμετρία ως αρχιτεκτονικό υλικό.
Φιλοσοφία σχεδιασμού
Το οικόπεδο έχει μακρόστενο σχήμα, με έντονες υψομετρικές διαφορές στον άξονα βορρά-νότου και άμεση γειτνίαση με δημόσιο χώρο πρασίνου στα δυτικά. Η σύνθεση βασίστηκε στον τρόπο που το οικόπεδο “ανοίγεται” σταδιακά στον επισκέπτη, καθώς προσεγγίζεται από τον δρόμο στον άξονα ανατολής–δύσης. Η κατοικία τοποθετείται ένα μέτρο πάνω από το επίπεδο του δρόμου, σε εσοχή, δημιουργώντας μια ζώνη απομόνωσης και προστασίας, τόσο οπτικής όσο και λειτουργικής.
Το ισόγειο αναπτύσσεται σε ένα επίμηκες ορθογώνιο στον άξονα βορρά–νότου και διαρθρώνεται σε δύο ζώνες: μία φαρδύτερη, όπου εντάσσονται οι χώροι διημέρευσης (καθιστικό, τραπεζαρία, κουζίνα) και μία στενότερη που περιλαμβάνει τους βοηθητικούς χώρους, το γραφείο και την κατακόρυφη κυκλοφορία. Η κεντρική είσοδος τοποθετείται νοτιοδυτικά και οργανώνεται ως σκηνοθετημένη πορεία μέσα από εμφανή τοιχία ανεπίχριστου σκυροδέματος.
Λειτουργική διάταξη
Ο όροφος φιλοξενεί τρία υπνοδωμάτια και δύο λουτρά, διατεταγμένα στον άξονα βορρά–νότου, με τις ιδιωτικές ζώνες να αναπτύσσονται κατά μήκος του ανατολικού εξωτερικού τοίχου. Ο διάδρομος κίνησης τοποθετείται δυτικά, με ανοίγματα σε βορρά και νότο, ενισχύοντας τον φυσικό αερισμό και περιορίζοντας τη θερμική φόρτιση από τον απογευματινό ήλιο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Η μορφολογική ένταση της σύνθεσης κορυφώνεται με την εισαγωγή μιας ενιαίας πλάκας από ανεπίχριστο σκυρόδεμα, που διαχωρίζει τα δύο επίπεδα. Η πλάκα αυτή λειτουργεί ως οριζόντια τομή ανάμεσα στους δύο όγκους, τονίζοντας τη διάκριση ανάμεσα στις χρήσεις και παράλληλα αναδεικνύοντας την πλαστικότητα της αρχιτεκτονικής σύνθεσης. Προεκτείνεται νότια για να σχηματίσει μια καλυμμένη βεράντα, υποστηριζόμενη από κυλινδρικά υποστυλώματα. Από τη μακρινή θέαση, η πλάκα δίνει την αίσθηση ότι το κτήριο “αιωρείται”, ελαφρύνοντας τον όγκο και εντάσσοντάς τον ήπια στο περιβάλλον.
Στρατηγικές βιωσιμότητας & υλικά
Ο φυσικός φωτισμός και ο διαμπερής αερισμός μεγιστοποιούνται μέσω μεγάλων ανοιγμάτων, αλλά και ελεγχόμενων αντιδιαμετρικών ανοιγμάτων, που αξιοποιούν τον φυσικό δροσισμό, φιλτραρισμένο μέσα από τα ελαιόδεντρα του δημόσιου χώρου πρασίνου. Οι στρατηγικές αυτές εξασφαλίζουν μειωμένες ανάγκες μηχανικού δροσισμού κατά τους θερινούς μήνες και αυξημένη ενεργειακή απόδοση συνολικά.
Η υλικότητα του έργου είναι αυστηρά περιορισμένη και στοχευμένα γήινη. Το λευκό επίχρισμα με τραχιά υφή συνδυάζεται με εμφανές σκυρόδεμα, αποτυπωμένο σε σανίδωμα από σουηδική ξυλεία, δημιουργώντας μια καθαρή αντίθεση και αίσθηση υλικής αυθεντικότητας. Το εμφανές σκυρόδεμα ορίζει την πλάκα, τα δοκάρια και τις κάθετες επιφάνειες, όπως τα τοιχία περίφραξης και το “τελάρο” του στεγασμένου χώρου στάθμευσης.
Τέλος, το φυσικό περιβάλλον δεν διαχωρίζεται από την κατοικία αλλά λειτουργεί ως προέκτασή της. Ο κήπος περιμετρικά της κατοικίας παραμένει ανεμπόδιστος, αναπτύσσεται αρμονικά και συνδιαλέγεται με τον δημόσιο χώρο πρασίνου. Οι αυλές επιστρώνονται με τριφτό σκυρόδεμα και βοτσαλωτά δάπεδα, ενισχύοντας την αφή και τη σύνδεση με το κυπριακό τοπίο.