Η συντακτική ομάδα του ek magazine συγκέντρωσε δέκα αρχιτεκτονικά έργα, που έχουν παρουσιαστεί τόσο σε προηγούμενα έντυπα τεύχη όσο και στην ιστοσελίδα του περιοδικού. Τα έργα αυτά παρουσιάζουν εξαιρετικούς σχεδιασμούς ξενοδοχείων.
Η αποκατάσταση του παλιού κτιρίου-μνημείου του Ε. Τσίλλερ και η μετατροπή του σε ξενοδοχείο αποτέλεσε αφορμή για τη διερεύνηση μιας διαλεκτικής σχέσης νέου και παλιού, σε αρχιτεκτονικό επίπεδο. Τέθηκε το ερώτημα για το πώς διακρίνεται με σαφήνεια η νέα προσθήκη στο εσωτερικό σε σχέση με το προϋπάρχον κέλυφος, αναδεικνύοντας το παλιό.
Μπορεί κανείς να κοντοσταθεί σε μία μόνο χειρονομία της ανακαίνισης αυτής και να τη θεωρήσει αντιπροσωπευτική όλης της μελέτης. Πρόκειται για ένα συγκεκριμένο σημείο στον δεύτερο όροφο, στην περίμετρο της γύψινης διακόσμησης της οροφής. Εκεί, ο συντηρητής του έργου αφαίρεσε τοπικά τη -μεταγενέστερη- λευκή βαφή ώστε να διακρίνεται από κάτω ένα ορθογώνιο τμήμα της αρχικής, έγχρωμης πλούσιας οροφογραφίας. Μέσα από αυτόν τον αποκαλούμενο “μάρτυρα“, διατηρήθηκε το αυθεντικό αλλά και το μεταγενέστερο, καταγράφοντας το πώς στο παρελθόν είχαν αλλάξει οι αισθητικές προτιμήσεις των κατοίκων του νεοκλασικού.
Η αναδιαμόρφωση του εσωτερικού του Minos Palace Resort είχε σαν στόχο τη δημιουργία μιας εμπειρίας που ενεργοποιεί τα συναισθήματα και τις αισθήσεις, σηματοδοτώντας την εξέλιξη ενός παραδοσιακού χώρου φιλοξενίας σε έναν επιμελημένο κόσμο συναισθηματικής, σωματικής και πνευματικής ανανέωσης. Σχεδιασμένο ως “τόπος της ευεξίας”, το έργο ανταποκρίνεται στη διεθνή στροφή προς μια εξέλιξη ενός τρόπου ζωής που βασίζεται σε επιστημονικά τεκμήρια και αποτελεί τη βάση μιας ολοκληρωμένης εμπειρίας φιλοξενίας. Η εντολή αφορούσε τον επανασχεδιασμό των κοινόχρηστων ζωνών και των χώρων ευεξίας ως βιωματικά, ασφαλή περιβάλλοντα προσωπικού μετασχηματισμού. Το masterplan υλοποιήθηκε σε δύο φάσεις: αρχικά με την ανακαίνιση του lobby, του εστιατορίου, του bar και του pool lounge και στη συνέχεια με την ανάπτυξη του Nao, συναισθηματικού πυρήνα του θερέτρου. Ο σχεδιασμός μετέφρασε την πορεία της αυτογνωσίας σε αρχιτεκτονική εμπειρία, μέσα από υπαίθρια πανοράματα, γαλήνιους εσωτερικούς χώρους και γήινους τόνους που αποπνέουν ηρεμία.
Τεύχος ek: 295 | Μάρτιος 2025
Το παραδοσιακό κατάλυμα φιλοξενείται σε ένα από τα πιο εμβληματικά κτίρια της Παλιάς Πόλης των Χανίων, το οποίο χρονολογείται από τα τέλη του 16ου-αρχές του 17ου αιώνα και αποκαταστάθηκε με σχολαστικότητα για να διατηρηθούν και να αναδειχθούν τα ιστορικά χαρακτηριστικά του. Με αναγνωρίσιμο στοιχείο της ιστορικές κολόνες της όψης, το Aisha προσφέρει μια ξεχωριστή γοητεία, με ένα μείγμα αρχιτεκτονικών επιρροών που αντικατοπτρίζει το πλούσιο παρελθόν της περιοχής. Στο ξενοδοχείο φιλοξενούνται επτά σουίτες -πέντε στο ισόγειο και δύο στον όροφο- με την καθεμία να παίρνει το όνομά της από τον σκοπό που εξυπηρετούσε ο αντίστοιχος χώρος στο αρχικό κτίριο. Ο επιλογές της νέας διαμόρφωσης στηρίζονται στα φυσικά υλικά όπως πέτρα, ξύλο, μάρμαρο και μέταλλο, ενώ η χρωματική παλέτα παραμένει γήινη και ουδέτερη, ώστε τα δωμάτια να παραμένουν φωτεινά και άνετα. Η φιλοσοφία πίσω από τη δημιουργία του ξενοδοχείου αντλεί έμπνευση από την αρμονική συνύπαρξη του παλιού και του καινούριου. Ο σχεδιασμός εστιάζει στην επιθυμία να αιχμαλωτίσει την αίσθηση της νοσταλγίας, δημιουργώντας έναν χώρο που συνδυάζει την παράδοση με τις σύγχρονες ανέσεις.
04. Grace La Margna St. Moritz Επέκταση και Ανακαίνιση Ξενοδοχείου | Divercity Architects
Τεύχος ek: 297 | Μάιος 2025
To εμβληματικό ξενοδοχείο Grace La Margna, στην κεντρική οδό του St. Moritz, άνοιξε ξανά τις πόρτες του μετά από μια εκτεταμένη ανακαίνιση και επέκταση. Το έργο δίνει νέα ζωή σε ένα ιστορικό τοπόσημο του 1906, σχεδιασμένο από τον Ελβετό αρχιτέκτονα Nicolaus Hartmann, συνδυάζοντας το παρελθόν του με τη σύγχρονη αισθητική. Ο Hartmann αρχικά σχεδίασε το κτίριο ισορροπώντας ανάμεσα στο Art Nouveau και το παραδοσιακό ύφος “Heimatstil“, αναδεικνύοντας την αυθεντικότητα και την τοπική χειροτεχνία, σε μια περίοδο που το αρχιτεκτονικό τοπίο του St. Moritz χαρακτηριζόταν από τον εκλεκτικισμό. Το ξενοδοχείο, στρατηγικά τοποθετημένο στην πλαγιά της κοιλάδας Engadin, βρίσκεται δίπλα στον ιστορικό σιδηροδρομικό σταθμό του οικισμού -μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO– προσφέροντας μοναδική θέα προς τους γύρω παγετώνες και το αλπικό τοπίο.
Το ξενοδοχείο βρίσκεται στον παραθαλάσσιο οικισμό Καμάρι, κοντά στην ακτή της Σαντορίνης και έχει θέα βορειανατολικά προς τη θάλασσα και νοτιοδυτικά προς το βουνό του Προφήτη Ηλία. Το κτίριο τοποθετείται εντός γωνιακού οικοπέδου και αποτελείται από δύο ορόφους και ένα υπόγειο επίπεδο βοηθητικών χρήσεων. Το ισόγειο περιλαμβάνει την υποδοχή, το εστιατόριο-bar και οχτώ δωμάτια, ενώ ο όροφος επτά ακόμη δωμάτια. Η κύρια είσοδος πραγματοποιείται μέσω της δημοτικής οδού στη νοτιοδυτική πλευρά του κτίσματος, από όπου υπάρχει άμεση πρόσβαση στον χώρο της υποδοχής. Η προσπέλαση στο εστιατόριο-bar και στα δωμάτια των δύο ορόφων γίνεται μέσω υπαίθριων και ημιυπαίθριων διαδρόμων και κλιμάκων που τοποθετούνται κυρίως στα περιμετρικά όρια του συγκροτήματος.
Τεύχος ek: 292 | Νοέμβριος 2024
Το νέο ξενοδοχείο και swim club στο θαλάσσιο μέτωπο της Γλυφάδας δημιουργήθηκε με τη ριζική ανακαίνιση ενός συγκροτήματος από τη δεκαετία του ’70, διατηρώντας τον ξεχωριστό χαρακτήρα της εποχής του, αλλά και εξασφαλίζοντας τα πιο απαιτητικά πρότυπα φιλοξενίας. Δίνοντας έμφαση στον πλούτο και τη ζωντάνια της σύγχρονης αθηναϊκής δημιουργικής σκηνής και εντάσσοντας στους χώρους του εμβληματικά κομμάτια διεθνούς τέχνης και design, το ξενοδοχείο δεν υποδέχεται μόνο τους επισκέπτες του αλλά επιπλέον μετατρέπεται σε προορισμό και σημείο αναφοράς για τους μόνιμους κατοίκους της πόλης. Το κτίριο αποτελείται από δύο συνδεδεμένες πτέρυγες διαφορετικού ύψους, στις οποίες πραγματοποιήθηκε εκτεταμένη στατική, λειτουργική και ενεργειακή αναβάθμιση, με στόχο τη βελτίωση της ασφάλειας, της ενεργειακής απόδοσης και της προσβασιμότητας για άτομα με μειωμένη κινητικότητα.
Το έργο παρέχει μία ολιστική, αυθεντική εμπειρία οικολογικού τουρισμού στην Αλσατία, με έμπνευση από τις Σκανδιναβικές παραδόσεις και έμφαση στην τοπική κουλτούρα γαστρονομίας, ευεξίας και φυσικής διαβίωσης. Χτισμένο σε μία πλαγιά πάνω από το χωριό Breitenbach, το νέο ξενοδοχείο είναι μια επανερμηνεία της παραδοσιακής Σκανδιναβικής καλύβας hytte, ενός κτιρίου για απομόνωση και επανασύνδεση με τη φύση. Στην καρδιά μίας προστατευμένης περιοχής Natura 2000, το έργο σχεδιάστηκε για να εντάσσεται ομαλά στο τοπίο.
Το ξενοδοχείο, που είναι εξολοκλήρου υπόσκαφο, βρίσκεται στο Ημεροβίγλι, τον οικισμό στο υψηλότερο σημείο της καλντέρας. Αναπτύχθηκε σε υπάρχουσες σπηλιές με γνώμονα να προσφέρει μια σύγχρονη εκδοχή της υπόσκαφης εμπειρίας διαμονής. Η κεντρική ιδέα της σύνθεσης είναι μία ασπόνδυλη οργανική φόρμα που διαχέεται και δημιουργεί το περίγραμμα του υπόσκαφου. Σε αυτό δίδεται έμφαση με τη χρήση ενός και μόνο υλικού σε όλες τις επιφάνειες οι οποίες χάνουν το σαφές όριο μεταξύ τους και με χρώμα που προσομοιάζει με εκείνο του πετρώματος της άσπας των υπαρχουσών σπηλιών. Στην είσοδο από τον δρόμο, ένα οξυγώνιο σχήμα από διάτρητα τοιχία με μαύρο πυρότουβλο δείχνει την πορεία προς το εσωτερικό.
Αυτό το νέο ξενοδοχείο-προορισμός αποτελεί εξέλιξη στην ορεινή αρχιτεκτονική, επαναπροσδιορίζοντας οικείες φόρμες μέσα από μια αρμονική σύνθεση φυσικών υλικών, για να προσφέρει μια σύγχρονη λύση του 21ου αιώνα. Το ξενοδοχείο βρίσκεται 1,5 ώρα βορειοανατολικά του Σποκέιν, στα Βραχώδη Όρη του Βόρειου Άινταχο, εκεί όπου συναντώνται δύο διαφορετικές οροσειρές, οι Selkirk και Cabinet Mountains. Η τοποθεσία του προσφέρει εύκολη πρόσβαση σε δραστηριότητες αναψυχής καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Στο πλαίσιο ενός γενικού σχεδίου για τη μελλοντική ανάπτυξη, που περιλαμβάνει το ξενοδοχείο και λοιπές εγκαταστάσεις, ο σχεδιασμός επαναπροσδιορίζει την εμπειρία του βουνού. Χρησιμοποιώντας τα πλεονεκτήματα της μαζικής ξυλοκατασκευής -αισθητική, βιωσιμότητα και δομική αποτελεσματικότητα- το συγκρότημα συνδυάζει παραδοσιακά στοιχεία με καινοτόμα υλικά, δημιουργώντας μια σύγχρονη και φιλόδοξη αρχιτεκτονική για το μέλλον.
Το ξενοδοχείο σχεδιάζεται μέσα σε υφιστάμενο πέτρινο οθωμανικό κτίριο του 19ου αιώνα στον ιστό της παλιάς πόλης του Ρεθύμνου και αφορά στη δημιουργία πέντε σουιτών που παρέχουν όλες τις σύγχρονες ανέσεις. Στόχος της αρχιτεκτονικής μελέτης είναι να μεταβιβάσει στον επισκέπτη στοιχεία της κρητικής κουλτούρας, προσφέροντας την εμπειρία του παλιού και μυσταγωγικού σε συνύπαρξη με τις σύγχρονες τάσεις. Κατά την επανάχρηση του υφιστάμενου κελύφους τονίστηκε το πέτρινο στοιχείο και παρέμεινε το σύνολο της λιθοδομής με κάποιες ενισχύσεις για λόγους στατικότητας. Με στόχο να μην αλλοιωθεί το αρχικό ύφος, όλα τα μηχανολογικά και ηλεκτρολογικά στοιχεία κρύφτηκαν στους τοίχους και στα δάπεδα.















