Η κατοικία στο Καπανδρίτι σχεδιάστηκε µε βασικό άξονα τη σχέση του ανθρώπου µε το τοπίο και ειδικότερα µε το χώµα. Είναι τοποθετηµένη στην πλαγιά ενός λόφου, σ’ ένα στενόµακρο οικόπεδο µε έντονη κλίση. Ακολουθώντας το σχήµα του οικοπέδου, προσπαθεί να ενταχθεί µέσα στις υψοµετρικές καµπύλες και έχει διαµορφωθεί σε δύο υπέργεια επίπεδα και ένα υπόγειο.
Η είσοδος από το δρόμο δημιουργείται από δύο παράλληλα τοιχεία τα οποία εμπεριέχουν τη σκάλα ανόδου και “σκίζουν” το έδαφος για να σε οδηγήσουν στο επίπεδο της κατοικίας. Μπαίνοντας στην είσοδο, χάνεις αρχικά την οπτική επαφή με το υπόλοιπο τοπίο και το σπίτι και κινείσαι μόνο προς τον ουρανό.
Σε αντίθεση, η υπόγεια είσοδος συνδιαλέγεται με το τοπίο και το έδαφος μέσα σε μια μυστηριακή ατμόσφαιρα, η οποία δημιουργείται από σχισμές φωτός στην οροφή και δυο ανοίγματα – παράθυρα στον τοίχο, που αντί να βλέπουν έξω, βλέπουν κατευθείαν στο έδαφος και το χώμα.
Το ισόγειο φιλοξενεί κυρίως τα υπνοδωμάτια, δηλαδή τον πολύ προσωπικό και ιδιωτικό χώρο του σπιτιού. Όλα τα ανοίγματα σε αυτό το επίπεδο έχουν εξωτερικά πανέλα από το ίδιο υλικό της υπόλοιπης πρόσοψης και ανοιγοκλείνουν ανάλογα με τη διάθεση του χρήστη για ένωση ή απομόνωση από το τοπίο. Στο ίδιο επίπεδο υπάρχει και το γραφείο, το οποίο έχει ένα παράθυρο – βιτρίνα στο χώμα μέσα από το οποίο βλέπει κανείς καθαρά όλη την τομή του εδάφους, από τα χόρτα και τα λουλούδια στην επιφάνεια, μέχρι και τους μεγάλους βράχους στο βάθος. Παράλληλα, υπάρχει άλλο ένα παράθυρο – βιτρίνα, αυτή τη φορά στο δάπεδο, που φωτίζεται και καδράρει το έδαφος και τα θεμέλια του σπιτιού.
Σε αντίθεση με το ισόγειο, το επίπεδο του καθιστικού – τραπεζαρίας – κουζίνας, των πιο εξωστρεφών – δημόσιων χώρων της κατοικίας δηλαδή, περιβάλλεται από παντού με γυαλί, αφήνοντας το τοπίο, με θέα μέχρι και τη λίμνη του Μαραθώνα, να γίνει μέρος του χώρου διαβίωσης. Το τζάκι είναι ανηρτημένο από την οροφή. Η διαφανής πλάτη της εστίας του, από πυρίμαχο γυαλί, επιτρέπει να βλέπει κανείς ταυτόχρονα τη φλόγα και το φυσικό τοπίο πίσω απ’ αυτήν. Η κουζίνα βρίσκεται στο πίσω μέρος του ενιαίου χώρου του σαλονιού – τραπεζαρίας από τα οποία έχει τη δυνατότητα να διαχωριστεί με δύο γυάλινες διαφανείς πόρτες. Ο πάγκος εργασίας της κουζίνας μετατρέπεται στο κέντρο του σε τραπέζι, μπροστά από το οποίο ένα ενιαίο τζάμι-κάδρο, επαναφέρει την οπτική του χώματος, σε αντιδιαστολή με το τοπίο που φαίνεται από όλα τα άλλα ανοίγματα.
Από το επίπεδο αυτό, μια σκάλα οδηγεί στο φυτεμένο δώμα και από εκεί, μέσω μιας γέφυρας, ενώνεται ξανά με το τοπίο, καταλήγοντας απευθείας στον περιβάλλοντα χώρο και την πισίνα. Η πισίνα, μισή σε πρόβολο και μισή ενταγμένη μέσα στο έδαφος, τοποθετήθηκε πιο ψηλά από την κατοικία, δίνοντας περισσότερο υπαίθριο χώρο στο πλάι της. Η γυάλινη επιφάνεια, στο τελείωμά της, επιτρέπει να φαίνεται από μακριά η υδάτινη μάζα της.
Διονύσης Σοτοβίκης, Εύα Τσούνη, Κίρκη Μαριολοπούλου, Χρύσα Σκιαδά