Το κτίριο βρίσκεται σε μια κεντρική οικιστική γειτονιά της Λεμεσού. Αναπτύσσεται σε τρεις ορόφους και περιλαμβάνει συνολικά επτά διαμερίσματα, εκ των οποίων τα έξι είναι ενός υπνοδωματίου και το έβδομο είναι οροφοδιαμέρισμα τριών υπνοδωματίων στον τελευταίο όροφο του κτιρίου.
Η διάταξη των οικιστικών μονάδων επιλύθηκε με μια τυπολογικά συμβατική προσέγγιση. Όλα τα διαμερίσματα τοποθετήθηκαν στους ορόφους της οικοδομής, επιτρέποντας έτσι τη δημιουργία μιας περίκλειστης πιλοτής στο ισόγειο του κτιρίου, όπου χωροθετούνται σε ελεύθερη διάταξη οι κοινόχρηστες και δευτερεύουσες χρήσεις. Ο πυρήνας κυκλοφορίας τοποθετήθηκε σε ένα κεντρικό σημείο του κτιρίου, μειώνοντας έτσι το εμβαδό κυκλοφορίας και αυξάνοντας το εσωτερικό εμβαδό των οικιστικών μονάδων. Οι χώροι στάθμευσης για τις ανάγκες του κτιριακού συγκροτήματος τοποθετήθηκαν στο υπόγειο της οικοδομής.
Βασική αρχή του σχεδιασμού αποτέλεσε ο διαμερισμός της κύριας κτιριακής μάζας σε τέσσερις μικρότερους όγκους, αφαιρώντας καθ΄ ύψος τμήματα από όλες τις πλευρές της αρχικής μάζας. Έτσι το κτίριο αποκλιμακώνεται και προσαρμόζεται στην κλίμακα των γειτονικών κατοικιών, επιτυγχάνεται μείωση του εμβαδού κάλυψης και ταυτόχρονα παρέχεται η δυνατότητα φυσικού φωτισμού και αερισμού του κεντρικού πυρήνα κυκλοφορίας. Χρησιμοποιώντας ένα ομογενές αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο, οι τέσσερις όγκοι ανυψώνονται και αντιπαραβάλλονται, δημιουργώντας έτσι ένα συνεχή διάλογο κενού και πλήρους μεταξύ τους.
Το κέλυφος του κτιρίου επιλύθηκε ανεξάρτητα από τον στατικό φορέα, προσφέροντας έτσι τη δυνατότητα να ανταποκρίνεται αυτόνομα στις εσωτερικές λειτουργίες των διαμερισμάτων. Τα εξωτερικά σκίαστρα, πέραν της κύριας χρήσης τους, λειτουργούν και σαν ένας αφαιρετικός μηχανισμός στο σχεδιασμό του εξωτερικού κελύφους. Με την τοποθέτηση τους να εκτείνεται σε σημεία πέραν των προφανών, η σχέση μεταξύ των ορόφων και των χρήσεων που περικλείουν χάνεται, ενισχύοντας έτσι τα γεωμετρικά μονολιθικά χαρακτηριστικά των όγκων και δημιουργείται μία αμφισημία ως προς την κλίμακα και τη χρήση του έργου.
Το κτίριο είναι υψηλής ενεργειακής απόδοσης με τη χρήση κυρίως παθητικών μέσων. Τα αναδιπλούμενα σκίαστρα, επιτρέπουν στους χώρους να φωτίζονται φυσικά και αποτρέπουν την υπερθέρμανση από την ηλιακή ακτινοβολία, τόσο στους εσωτερικούς όσο και στους ημιυπαίθριους χώρους. Σε συνδυασμό με το καλά θερμομονωμένο κέλυφος, οι συνθήκες στους χώρους είναι ευέλικτες να προσαρμόζονται εύκολα στις εποχιακές αλλαγές του καιρού και στις ώρες της ημέρας σύμφωνα με τις ανάγκες των χρηστών. Οι φυτεμένες επιφάνειες στην πλάκα ισογείου καλύπτουν εμβαδό ίσο με το 25% της συνολικής επιφάνειας του τεμαχίου με τοπική θαμνώδη βλάστηση, μειώνοντας έτσι τη θερμική μάζα του κτιρίου. Δύο φυτεμένα πρανή εισχωρούν από το ισόγειο στο υπόγειο του κτιρίου, επιτρέποντας έτσι στους υπόγειους χώρους να φωτίζονται και να εξαερίζονται φυσικά.